Τετάρτη 11 Μαρτίου 2015

Το ένα στραβό δοντάκι

(Ένα πρόσφατο διήγημα, συνειδητά επηρεασμένο από το Uncle Wiggily in Connecticut του ασύγκριτου JD Salinger - αλλά προφανώς όχι εφάμιλλό του)

Γύριζαν σπίτι με το αμάξι του – η Ισμήνη, η Όλγα και ο Πάνος. Εκείνος οδηγούσε, η αρραβωνιαστικιά του καθόταν δίπλα του και η αδερφή της, η Όλγα, στην πίσω θέση, να γέρνει προς τα μπρος για να ακούει και να ακούγεται. Ο Πάνος ήθελε να βάλει κάποιον σταθμό με αθλητικά, οι κοπέλες, όμως, τον έπεισαν να βάλουν μουσική.
            -Όχι, όμως, τίποτα κλασσικές μουσικές, τους είπε.
            Συμφώνησαν. Το γύρισαν στο Αναλόγιο FM, που έπαιζε πιο έντεχνα. Ο Πάνος συμφώνησε με βαριά καρδιά. Συνέχισε να κοιτά μπροστά, στο δρόμο του.
            Είχαν περάσει γύρω στα πέντε λεπτά, όταν ο εκφωνητής ανακοίνωσε πως θα έπαιζε ένα καινούριο τραγούδι, ερμηνευμένο από τον Άλκη Χρονόπουλο. Στις κοπέλες φαινόταν συμπαθητικός – αλλά τίποτα παραπάνω.
            Οι στίχοι του κουπλέ φάνηκαν αμυδρά οικείοι στην Ισμήνη, αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί. Και μετά έφτασε το ρεφρέν:

Πιο πάνω από τα μάτια σου
Κι απ’ τα ξανθά μαλλιά σου
Είναι ο τρόπος που γελάς
Το ένα στραβό δοντάκι

            Στο άκουσμα αυτής της στροφής, ο Πάνος γέλασε αυθόρμητα. Στο πίσω κάθισμα, η Όλγα τον μιμήθηκε. Κανείς τους δεν πρόσεξε πως, στη θέση του συνοδηγού, η Ισμήνη χαμογελούσε νοσταλγικά.
            -Ωραίο τραγούδι, ε; τους είπε – κυρίως σ’ εκείνον.
            -Νταξ, έκανε ο αρραβωνιαστικός της.
            -Τι; Όχι;
            -Ε, δεν θα το ’λεγα. Δεν κάνει καν ομοιοκαταληξία. Και τι πάει να πει «το ένα στραβό δοντάκι;» Μόνο ένα δόντι έχει η γκόμενα;
            -Καλά, εντάξει, έκανε απογοητευμένη η Ισμήνη.
            Το τραγούδι τελείωσε, και κανείς τους δεν ξανασχολήθηκε με αυτό. Μετά από λίγο φτάσανε στο σπίτι των κοριτσιών. Η Ισμήνη φίλησε τον Πάνο κάπως βαριεστημένα και κατέβηκε μαζί με την αδερφή της.
            Φτάνοντας στο διαμέρισμα, οι κοπέλες βάλανε τις πυτζάμες τους, ξεβάφτηκαν και καθίσανε μπροστά στην τηλεόραση. Οι γονείς τους λείπανε στη Βιέννη.
            -Έχει τίποτα καλό; ρώτησε η Ισμήνη, που κατέφτασε δεύτερη.
            -Τον «Άνθρωπο της Βροχής».  
            -Α, έκανε η Ισμήνη και κάθισε στην πολυθρόνα.
            -Τι έχεις εσύ; είπε η Όλγα, που είχε όρεξη να κουτσομπολέψει.
            -Τίποτα.
            -Κάτι έχεις, δεν μου το βγάζεις από το μυαλό.
            Η Ισμήνη ήξερε πως δεν είχε νόημα να προσπαθήσει να το κρατήσει μέσα της.
            -Δεν ήταν ωραίο το τραγούδι; Γιατί δεν του άρεσε;
            -Ποιο τραγούδι; έκανε παραξενεμένη η Όλγα. Τι λες;
            Η Ισμήνη δεν είπε τίποτα. Μόνο ήρθε κοντά στην αδερφή της και άνοιξε το στόμα της. Μαζί με τα υπόλοιπα, ίσια, λευκά δόντια, φάνηκε και ο δεξιός της κυνόδοντας, που ήταν στραβός, πεταχτός. Η Όλγα, ωστόσο, δεν κατάλαβε.
            -Δεν το βλέπεις;
            -Ποιο;
            -Το «ένα στραβό δοντάκι».
            Η Όλγα σάστισε. Και η Ισμήνη βάλθηκε να της εξηγεί για έναν πελάτη της, τον Κωστή – η κοπέλα ήταν δικηγόρος –, που την είχε ερωτευτεί παράφορα και της έγραφε ποιήματα – ανάμεσα σε αυτά κι έναν άχαρο έστω ύμνο στο μοναδικό στραβό της δόντι· της τα έκρυβε στους φακέλους με τις υποθέσεις του. Μετά από ένα χρόνο επισκέψεων στο γραφείο της είχε σταματήσει να έρχεται, μην αντέχοντας το πάθος του για εκείνη. Προφανώς, μετά από χρόνια, είχε καταφέρει να βρει κάποιον να μελοποιήσει ένα από αυτά τα ποιήματα, και να το κυκλοφορήσει σαν τραγούδι, ερμηνευμένο από τον απλώς συμπαθή Άλκη Χρονόπουλο.
            -Κατάλαβες τώρα; είπε στην αδερφή της η δικηγόρος.
            -Κατάλαβα.
            -Και να μην του αρέσει;
            -Του Πάνου;
            -Ναι. Να μην το προσέξει;
            Η Όλγα σήκωσε τους ώμους της. Προτιμούσε να κουτσομπολέψει τον κόσμο από το εστιατόριο από το οποίο είχαν μόλις επιστρέψει. Προσπάθησε να ανοίξει κουβέντα για μια που ήταν «στολισμένη σαν λατέρνα».  
            -Τουλάχιστον, ξέρω αυτό. Μ’ αγαπούσε, στ’ αλήθεια μ’ αγαπούσε, έκανε απότομα κι ονειροπόλα η Ισμήνη.
            -Ποιος; Ο Πάνος;
            -Ο Κωστής.
            Η Όλγα δεν ήξερε τι να απαντήσει σε αυτό. Στράφηκε προς την οθόνη. Εκεί, ο Ντάστιν Χόφμαν μετρούσε, χωρίς καμιά προσπάθεια, τα σπίρτα που είχαν πέσει στο πάτωμα.

            

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου